Μύρτου

Το χωριό Μύρτου βρίσκεται στα νοτιοδυτικά της Κερύνειας, σε υψόμετρο 270 μέτρων. Βρίσκεται στη νότια πλευρά του Πενταδακτύλου και λόγω της κεντρικής του θέσης αποτελούσε, πριν από την τουρκική εισβολή, το διοικητικό κέντρο της περιοχής. Από συγκοινωνιακής άποψης συνδέεται με δυο αστικά κέντρα, με τη Λευκωσία μέσω Ασωμάτου και με την Κερύνεια μέσω Πανάγρων. Επίσης συνδέεται με την κωμόπολη Μόρφου μέσω Διορίου. Διοικητικά υπάγεται στην επαρχία Κερύνειας.

Η προνομιούχα γεωγραφική θέση του χωριού συνέβαλε στη σταθερή του ανάπτυξη και στην αύξηση του πληθυσμού. Έτσι ενώ το 1881 που έγινε η πρώτη πληθυσμιακή απογραφή οι κάτοικοι ήσαν μόλις 278, κατά την τελευταία απογραφή ανήλθαν στους 828 με προοπτική περαιτέρω αύξησης.

Υπάρχουν αρκετές παραδόσεις αναφορικά με την ονομασία του χωριού. Μια απ’ αυτές υποστηρίζει ότι το όνομα προέρχεται από το φυτό μύρτος, δηλαδή μυρτιά, το γνωστό μας φυτό μερσινιά. Σύμφωνα με μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων η μυρτιά ήταν φυτό αφιερωμένο στη θεά Αφροδίτη και στο θεό Απόλλωνα. Είναι πιθανό στην περιοχή να υπήρχε ιερό αφιερωμένο στο θεό Μυρτάτη Απόλλωνα ή ακόμη και μικρός οικισμός με την ονομασία Μύρτος.

  1. Η Μύρτου ως πνευματικό κέντρο της περιοχής   

Σύμφωνα με τον Ιερώνυμο Περιστιάνη, στο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα στη Μύρτου, λειτουργούσε σχολείο από το 19ο αιώνα. Εδώ δίδασκε τα «κοινά γράμματα» ο ιερομόναχος Παρθένιος. Ένα δωμάτιο με μαρμάρινο τραπέζι στέγαζε το «αλληλοδιδακτικόν σχολείον»», όπως λεγόταν το πρώτο αυτό σχολείο. Διάδοχος του

Παρθένιου ήταν ο ιερομόναχος Γρηγόριος. Στο σχολείο φοιτούσε μικρός αριθμός μαθητών και μαθητριών και οι εκάστοτε μητροπολίτες παρακολουθούσαν τη λειτουργία του σχολείου. Το πρωί τα παιδιά διδάσκονταν ανάγνωση και γραφή από εκκλησιαστικά βιβλία. Το απόγευμα τα αγόρια διδάσκονταν πρακτικές τέχνες και κηπουρική και τα κορίτσια κοπτική και ραπτική.

Το μικρό αυτό σχολείο συνέχισε να λειτουργεί μέχρι το 1878, που η διοίκηση της Κύπρου πέρασε από τα χέρια των Τούρκων στα χέρια των  Άγγλων. Το 1879 όταν ο Άγγλος   Επιθεωρητής Spencer επισκέφθηκε το χωριό για να το επιθεωρήσει το βρήκε κλειστό. Η μοναδική μόρφωση για τους κατοίκους παρείχετο από ένα μοναχό του μοναστηριού. Ο ηγούμενος παρακάλεσε τον Spencer να ζητήσει από την κυβέρνηση οικονομική βοήθεια για την ίδρυση κατάλληλου σχολείου για τις ανάγκες των κατοίκων του χωριού που τότε αριθμούσε 258 κατοίκους και για τις ανάγκες των γειτονικών χωριών. Ο Άγγλος επιθεωρητής όμως απέρριψε το αίτημα υποστηρίζοντας ότι οι 12 μοναχοί του μοναστηριού θα μπορούσαν να διδάξουν δωρεάν τα παιδιά της περιοχής. Το σχολείο συνέχισε τη λειτουργία του με δασκάλους τους μοναχούς της μονής μέχρι το 1904.

Παρά την άρνηση της Αγγλικής διοίκησης να στηρίξει οικονομικά το μοναδικό αυτό εκπαιδευτήριο, οι κάτοικοι συνέχισαν να απολαμβάνουν τα αγαθά της μόρφωσης. Κανονικό σχολείο ιδρύθηκε στο χωριό  όταν εκλέγηκε Μητροπολίτης Κερύνειας ο Πανιερώτατος Χρύσανθος. Στο σχολείο αυτό κλήθηκε για να διδάξει ο ξακουστός λόγιος της εποχής Ιερώνυμος Βαρλαάμ. Το σχολείο κτίστηκε πιθανότατα το 1910 και βρισκόταν στα νοτιοδυτικά του χωριού. Σ’ αυτό δίδαξαν οι δάσκαλοι Σωκράτης Μυριανθόπουλος, Νικηφόρος Σαμουήλ και Χαράλαμπος Χριστοφίδης. Οι δυο τελευταίοι κατάγονταν από τη Μύρτου. Το σχολείο αυτό λειτούργησε μέχρι το 1930, οπότε κτίστηκε το νέο σχολείο σε κεντρική θέση στον κύριο δρόμο που οδηγούσε στην Κερύνεια και τη Μόρφου. Το παλιό σχολείο χρησιμοποιόταν σαν κατοικία των δασκάλων που διορίζονταν στο χωριό και υπάρχει μέχρι σήμερα. Αρχικά το σχολείο ήταν διθέσιο, αλλά σταδιακά     ο αριθμός των μαθητών αυξήθηκε και κτίστηκαν πρόσθετες αίθουσες για τη στέγασή τους. Το προσωπικό του σχολείου αυξήθηκε και το 1974 το σχολείο λειτουργούσε με τέσσερις δασκάλους. Το καινούριο σχολείο διέθετε μια τεράστια έκταση και έτσι δημιουργήθηκε σχολικός κήπος που περιλάμβανε ανθόκηπο, λαχανόκηπο, πολλά οπωροφόρα δέντρα και φυτώριο με δενδρύλλια. Το νερό για τις ανάγκες των μαθητών και για την άρδευση του κήπου γινόταν από βαθύ πηγάδι και η άντληση γινόταν με ανεμόμυλο. Έξω από το περιτοίχισμα του σχολείου δημιουργήθηκε το κοινοτικό γήπεδο όπου γυμνάζονταν οι μαθητές του σχολείου και διεξάγονταν οι ποδοσφαιρικοί αγώνες του Γεωργικού Συλλόγου Μύρτου.

  1. Η Μύρτου ως διοικητικό κέντρο της περιοχής

Λόγω της θέσης του, το χωριό Μύρτου αποτελούσε το διοικητικό κέντρο για τα χωριά της νότιας πλευράς του Πενταδακτύλου. Καθημερινά διακινούνταν στο χωριό μας κάτοικοι από τα γειτονικά χωριά, τον Κορμακίτη, τα Λιβερά, την Όρκα, τα Πάναγρα, το Διόριος, την Αγία Ειρήνη, την Καρπάσια, τον Ασώματο, τον Κοντεμένο, την Καμπυλή, το Λάρνακα της Λαπήθου, το Αγριδάκι, τον Άγιο Ερμόλαο και το Σύσκληπο. Έτσι κάποιος είχε την εντύπωση πως οι κάτοικοι του χωριού  ήσαν πολύ περισσότεροι από ότι ήσαν στην πραγματικότητα. Οι κάτοικοι της περιοχής έρχονταν για να συμβουλευτούν τα διάφορα κυβερνητικά γραφεία που υπήρχαν στο χωριό και για ιδιωτικές τους υποθέσεις.

Text Box: Ξεκούραση στο καφενείο του Λέκκου μετά την παράδοση του ταχυδρομείου
(αριστερά ο Νικόλας Καζαντζής).
Το 1903 το χωριό ενώθηκε οδικά με την Κερύνεια και τη Λευκωσία. Το 1905 ιδρύθηκε αστυνομικός σταθμός. Αργότερα ιδρύθηκαν γραφείο του Γεωργικού Τμήματος, Υγειονομικός σταθμός, γραφείο Χωρομετρίας, δικαστήριο για μικροπαραβάσεις (κωμοδικείο) και νοσοκομειακή μονάδα. Στο χωριό είχε την έδρα του και ο Βοηθός Επαρχιακός Λειτουργός.(A.D.I.) Στο χωριό λειτουργούσε σύγχρονο σφαγείο και ταχυδρομείο. Αλησμόνητη φυσιογνωμία ήταν ο επί πολλά χρόνια μεταφορέας του ταχυδρομείου από και προς την Κερύνεια Νικόλας Καζαντζής, που εκτελούσε τη διαδρομή Μύρτου-Κερύνειας με το μικρό επταθέσιο “λεωφορειάκι” του μάρκας Φορντ, περνώντας από όλα τα χωριά της περιοχής και κυρίως από τις κωμοπόλεις Λαπήθου και Καραβά για να παραλάβει και να παραδώσει τις επιστολές και τα δέματα.

Η Μύρτου ήταν από τα πρώτα χωριά που απέκτησε ηλεκτρική ενέργεια. (1956). Λίγο έξω από το χωριό υπήρχε κατασκηνωτικός χώρος για προσκόπους που αργότερα μετατράπηκε σε Κέντρο Εκπαιδεύσεως Νεοσυλλέκτων. (Κ.Ε.Ν.) Λόγω της στρατηγικής του σημασίας στο χωριό μας λειτούργησε και Στρατόπεδο Πυροβολικού.

Εκτός από τις κρατικές υπηρεσίες στο χωριό λειτουργούσαν και βασικές βιοτεχνίες, καταστήματα και κέντρα ψυχαγωγίας για τις ανάγκες των κατοίκων της Μύρτου και της ευρύτερης περιοχής. Υπήρχαν αλευρόμυλοι, σύγχρονο ελαιοτριβείο, αρτοποιείο, μηχανουργείο, έπαυλη πουλερικών, Συνεργατική Εταιρία, Συνεργατικό Παντοπωλείο, δύο σταθμοί βενζίνης, δύο κινηματογράφοι (Ολύμπικ Θάντερ και Παρθενών), επιπλοποιεία, σιδηρουργείο, αθλητικά σωματεία (Αναγέννηση και Εθνικός),  παντοπωλεία, καφενεία γύρω από την ξακουστή πλατεία στο κέντρο του χωριού, κρεοπωλεία, ταβέρνες και εξοχικά κέντρα. Το 1965 με πρωτοβουλία του Αρχιμανδρίτη Κωνσταντίνου Λευκωσιάτη  ιδρύθηκε σε μια πευκόφυτη περιοχή ο ναός του Αγίου Νεκταρίου και το ησυχαστήριο «Γαλήνη» που λειτούργησε σαν τόπος μελέτης και προσευχής. Στον ίδιο χώρο δημιουργήθηκε κατασκηνωτικός χώρος κατηχητικών σχολείων.

  • Ασχολίες των κατοίκων

Το χωριό Μύρτου δεν διαθέτει πολλούς φυσικούς πόρους, γι’ αυτό πριν από την προσφυγοποίηση των κατοίκων, αρκετοί απ’ αυτούς πήγαιναν στη Λευκωσία όπου εργάζονταν στις οικοδομές και στα εργοστάσια και στο Ξερό όπου εργάζονταν στα ορυχεία της Κυπριακής Μεταλλευτικής Εταιρίας. (C.M.C.) Όσοι έμεναν στο χωριό ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Μερικοί είχαν δικά τους περιβόλια στα οποία καλλιεργούσαν πατάτες, λαχανικά και οπωροκηπευτικά. Επίσης καλλιεργούσαν δημητριακά κυρίως σιτάρι και κριθάρι. Στο χωριό υπήρχαν επίσης εκτάσεις με ελιές και  χαρουπιές. Αρκετά αναπτυγμένη ήταν η κτηνοτροφία. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία το 1973 στο χωριό υπήρχαν   142 κτηνοτρόφοι πού ασχολούνταν με την εκτροφή αιγοπροβάτων, βοδιών και πουλερικών. Περιττό να αναφέρουμε πως κάθε σπίτι διατηρούσε οικόσιτα ζώα όπως είναι οι κότες, οι πάπιες, τα κουνέλια, μια ή δυο κατσίκες και το απαραίτητο γουρουνάκι που συνήθως το αγόραζαν την Κυριακή των Βαΐων, στην πανήγυρη της Ελιάς, που γινόταν στην κωμόπολη Μόρφου.

Σε παλαιότερες εποχές οι κάτοικοι της Μύρτου ασχολούνταν λιγότερο με τη γεωργία γιατί πολλά από τα κτήματα της περιοχής ήσαν ιδιοκτησία της μονής του Αγίου Παντελεήμονα. Πολλοί ήσαν μαρμαράδες και εργάζονταν σε λατομεία μαρμάρου που βρίσκονταν στα βόρεια του χωριού. Τα λατομεία αυτά ήταν μικρά και λέγονταν βίνες. Τη μεταφορά των μαρμάρων αναλάμβαναν οι κυρατζήδες που διέθεταν γαϊδούρια και πληρώνονταν ανάλογα με τα δρομολόγια που έκαναν. Πολλές φορές τα μετέφεραν μέχρι τη Μόρφου, τη Σολιά, την Πιτσιλιά και τη Μαραθάσα. Καθόλου παράξενο είναι το γεγονός ότι τα περισσότερα σπίτια είχαν δάπεδο καλυμμένο με μαρμάρινες πλάκες, μια και τα μάρμαρα αφθονούσαν στην περιοχή. Η εξόρυξη μαρμάρων είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία καμινιών για παραγωγή γύψου και ασβέστη. Στα βόρεια του χωριού λειτουργούσαν ασβεστοκάμινα.

Οι γυναίκες ασχολούνταν με τη σηροτροφία, την εκτροφή δηλαδή του μεταξοσκώληκα και με την κατασκευή υφαντών στον αργαλειό. Στο χωριό κατασκήνωναν μεταξάδες από τη Λάπηθο, τον Καραβά και την Κακοπετριά για την παραγωγή του μεταξιού.

Οι κάτοικοι του χωριού ήταν φιλοπρόοδοι και παρά το γεγονός ότι δεν ήταν εύποροι προσπαθούσαν να μορφώσουν τα παιδιά τους. Τα περισσότερα παιδιά φοιτούσαν σε σχολεία της Λευκωσίας γιατί υπήρχε συχνότερη συγκοινωνία με την πρωτεύουσα παρά με την Κερύνεια. Μερικά παιδιά φοιτούσαν στο Γυμνάσιο Λαπήθου.

  • Η Μύρτου ως μοναδικός βιότοπος

Text Box:       Η τουλίπα της Μύρτου (Tulipa Cypria)Η Μύρτου φημίζεται για τη μοναδική άγρια βλάστηση. Το ημιορεινό της έδαφος και το υγρό κλίμα ευνοούν την ανάπτυξη μερικών σπάνιων ειδών. Ξεχωριστή θέση κατέχει η άγρια τουλίπα (Tulipa Cypria) που πριν από τη μηχανοποίηση της γεωργίας κάλυπτε όλα τα χωράφια μέχρι τις παρυφές του χωριού. Το θέαμα των χωραφιών την άνοιξη, με το κατακόκκινο χρώμα των λαλέδων ή πετεινών, όπως ονόμαζαν οι κάτοικοι την άγρια τουλίπα, ήταν κάτι το αξεπέραστο. Όλα τα σπίτια είχαν στα βάζα τους τουλίπες και τα μικρά παιδιά έφτιαχναν ανθοδέσμες και τις πωλούσαν σε περαστικούς τουρίστες για να εξασφαλίσουν το χαρτζηλίκι τους. ΄Ηταν, βέβαια, μια εποχή που η τουλίπα και τα άλλα αγριολούλουδα δεν ήταν προστατευόμενα είδη. Ανάμεσα στα αγριολούλουδα της περιοχής της Μύρτου συγκαταλέγονται οι ανεμόνες (κορίτσες), οι γλαδίολοι (λάζαροι), τα ορχιοειδή (μελισσάκια), τα βατράχια, τα ματσικόριδα, οι μαργαρίτες και οι παπαρούνες.Την άγρια βλάστηση συμπλήρωναν οι αναθρίκες (καραπούζες), οι ασφόδελοι (αβρόσιηλλες), οι λαψάνες, οι άγριες αγκινάρες, οι γαλατούνες, οι μολόχες, οι μερσινιές, το θυμάρι, τα μανιτάρια και τα αγρέλια.

Τα άφθονα τρεχούμενα νερά και η πλούσια βλάστηση του χωριού δεν ήταν δυνατό να μην ελκύσουν τα διάφορα αποδημητικά πουλιά που περνούν από το νησί μας κατά την περίοδο της αποδημίας τους προς τις χώρες της Αφρικής. Έτσι κάθε χρόνο καταφθάνουν χιλιάδες μελισσουργοί, αμπελοπούλια, χελιδόνια, τρυγόνια, τσαλαπετεινοί, τσίχλες, μπεκάτσες, φάσσες, λορκοί και πολλά άλλα πουλιά. Μερικοί χωριανοί μας ασχολήθηκαν συστηματικά με τη μελέτη της πανίδας της περιοχής μας, αλλά και της Κύπρου ως συνόλου. Αναφέρουμε  χαρακτηριστικά το δραστήριο χωριανό μας Παύλο Νεοφύτου, που υπήρξε  Γραμματέας του Πτηνολογικού Συνδέσμου Κύπρου για 33 ολόκληρα χρόνια (1970-2003) και εργάστηκε δυναμικά ενάντια στην παράνομη παγίδευση προστατευόμενων  πτηνών. 

Η ύπαρξη πολλών ειδών αγριολούλουδων στο χωριό μας είχε σαν αποτέλεσμα να μεταδοθεί στους κατοίκους  και ιδιαίτερα στις γυναίκες, ασίγαστο πάθος για την ανθοκομία. Έτσι δεν υπήρχε αυλή ή βεράντα που να μην ήταν καλυμμένη με γλάστρες με ορτάνσιες, φούξιες, γεράνια (τσαρτελλούθκια), γιασεμιά, γαρύφαλλα, τριαντάφυλλα και άλλα καλλωπιστικά.  

  • Σύντομη ιστορική αναδρομή μέχρι την τουρκική εισβολή

Το χωριό για πολλά χρόνια είχε περιορισμένο αριθμό κατοίκων γιατί η ιδιωτική περιουσία ήταν περιορισμένη και η μεγαλύτερη έκταση ανήκε στη Μητρόπολη Κυρηνείας, που ήταν διαχειριστής της περιουσίας της μονής του Αγίου Παντελεήμονα. Όταν η Μητρόπολη άρχισε να διαχωρίζει οικόπεδα, τότε το χωριό πήρε μεγάλη ανάπτυξη και η αστικοποίηση περιορίστηκε σημαντικά.

Κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι κάτοικοι του χωριού μας, όπως και όλης της Κύπρου, πέρασαν δύσκολα χρόνια. Ακόμη και η εξασφάλιση ψωμιού ήταν προβληματική. Οι περισσότεροι άντρες αντιμετώπισαν το φάσμα της ανεργίας. Τα μεταλλεία έκλεισαν και η οικοδομική δραστηριότητα τερματίστηκε. Μοναδική διέξοδος η κατάταξη στον Αγγλικό στρατό. Πολλοί κάτοικοι του χωριού στρατολογήθηκαν και ύστερα από σύντομη εξάσκηση στο στρατόπεδο Πολεμιδιών στη Λεμεσό, απετέλεσαν το Κυπριακό Σύνταγμα (Cyprus Regiment). Πολέμησαν σε διάφορα μέτωπα, στην Ελλάδα, Αίγυπτο, Ιταλία, Γαλλία, Λιβύη, Μέση Ανατολή και αλλαχού. Πολλοί απ’ αυτούς αιχμαλωτίστηκαν και κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία. Με τη λήξη του πολέμου οι στρατιώτες μας επέστρεψαν και κατά την ημέρα της άφιξής τους όλο το χωριό μαζευόταν στην κεντρική πλατεία για να τους υποδεχτεί. Οι σκηνές που ακολουθούσαν όταν οι συγγενείς ασπάζονταν τους στρατιώτες που επέστρεφαν από το μέτωπο, ήσαν απερίγραπτες.

Τα πρώτα χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου ήσαν ιδιαίτερα δύσκολα για τους κατοίκους του χωριού μας και του συνόλου του πληθυσμού της Κύπρου. Η ανεργία βρισκόταν σε έξαρση και πολλοί χωριανοί μας αναγκάστηκαν να ξενιτευτούν. Οι περισσότεροι μετανάστευσαν στην Αγγλία, μερικοί στην Αμερική και Αφρική  και αρκετοί στη μακρινή Αυστραλία. Τα ταξίδια την εποχή εκείνη εκτελούνταν μόνο με ατμόπλοια και το ταξίδι για την Αυστραλία διαρκούσε ένα ολόκληρο μήνα. Μια δεύτερη ομάδα μεταναστών από την κοινότητά μας θα πραγματοποιηθεί εξ’ ανάγκης το 1974, όταν οι κάτοικοι θα εκδιωχθούν από τις προγονικές τους εστίες κατά την προέλαση των τουρκικών στρατευμάτων του Αττίλα.   

Text Box: Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος επισκέπτεται τη Μύρτου κατά τη διάρκεια του αγώνα του 1955-59  Κατά τον απελευθερωτικό αγώνα του 1955-1959, πολλοί νέοι του χωριού εντάχθηκαν στις τάξεις της Ε.Ο.Κ.Α. και αγωνίστηκαν για την ένωση της Κύπρου με την μητέρα Ελλάδα. Ο στόχος αυτός δεν πραγματοποιήθηκε, αλλά η Κύπρος απαλλάγηκε από τον αγγλικό ζυγό και απέκτησε την ανεξαρτησία της. Πολύ σύντομη, όμως υπήρξε η περίοδος που η Κύπρος απόλαυσε τα αγαθά της ανεξαρτησίας σε συνθήκες ειρήνης και ασφάλειας. Το 1963 ξέσπασαν οι διακοινοτικές ταραχές και οι Τούρκοι βομβάρδισαν περιοχές της Τηλλυρίας και δημιούργησαν θύλακα αποκλείοντας το δρόμο Κερύνειας- Λευκωσίας. Πολλοί νέοι του χωριού μας, που την περίοδο αυτή εκτελούσαν τη στρατιωτική τους θητεία, έλαβαν μέρος στις μάχες για αναχαίτιση της προέλασης των Τούρκων. Επειδή ο δρόμος Κερύνειας-Λευκωσίας είχε αποκοπεί όλη η συγκοινωνία της Κερύνειας, Καραβά, Λαπήθου και των χωριών της βόρειας πλευράς του Πενταδακτύλου με προορισμό τη Λευκωσία,  γινόταν μέσω του χωριού μας που την περίοδο αυτή γνώρισε μεγάλη κίνηση. 

Text Box: Το μνημείο αγνοουμένων και εκτελεσθέντων Μυρτιωτών Το 1974 η Κύπρος έμελλε να αντιμετωπίσει σοβαρότερα γεγονότα απ’ εκείνα του 1963. Η στρατιωτική χούντα των Αθηνών σε συνεργασία με την Ε.Ο.Κ.Α  Β΄ οργάνωσαν πραξικόπημα κατά του Προέδρου της Κύπρου Μακαρίου Γ΄. Απέτυχαν να δολοφονήσουν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αλλά έδωσαν αφορμή  στην Τουρκία να επιχειρήσει εισβολή στην Κύπρο, να θέσει υπό την κυριαρχία της το 36.2% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας και να εκτοπίσει 200,000

Ελληνοκύπριους από τις εστίες τους. Κατά την τουρκική εισβολή οι νέοι του χωριού μας στρατολογήθηκαν και στάλθηκαν να πολεμήσουν και να παρεμποδίσουν την τουρκική στρατιωτική προέλαση.  Τέσσερις απ’ αυτούς οι Χριστάκης Στυλιανού, Νεόφυτος Χατζήκυριακος, Λαζαρής Θρασυβούλου και Σωτήρης Σωτηρίου ήσαν μέχρι πρότινος αγνοούμενοι. Των δύο πρώτων ανευρέθηκαν τα οστά και ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο DNΑ. Τάφηκαν με τιμές, με τη συμπαράσταση όλων των κατοίκων του χωριού, ο Χριστάκης Στυλιανού στον Τύμβο Μακεδονιτίσσης, και ο  Νεόφυτος Χατζήκυριακος στο Κοιμητήριο Κωνσταντίνου και Ελένης στη Λευκωσία.  Δυο κάτοικοι του χωριού μας, ο Κώστας Κότσαπας και ο Χριστόφορος Τσαγγάρης, πού ήσαν εγκλωβισμένοι στα σπίτια τους, δολοφονήθηκαν και ο τόπος ταφής τους παραμένει άγνωστος. Η χωριανή μας Αρετή Πατάτα Σουππουρή που κατοικούσε στο Παλαίκυθρο, δολοφονήθηκε άγρια μαζί με το σύζυγό της και τρία από τα παιδιά της, στις 17 Αυγούστου 1974, στο σπίτι τους από φανατικούς Τουρκοκύπριους της περιοχής. Το χωριό μας τίμησε τη μνήμη των αδικοχαμένων Μυρτιωτών με την ανέγερση μνημείου εις τον περίβολο του ιερού ναού του Αγίου Παντελεήμονος στη Μακεδονίτισσα. Την πρωτοβουλία αυτή είχε αναλάβει το προσφυγικό σωματείο «Σύνδεσμος Μυρτιωτών» και το Κοινοτικό Συμβούλιο.

Τη τουρκική θηριωδία γνώρισαν και τρεις νέοι του χωριού μας, που εντελώς αναίτια συνελήφθηκαν από τους Τούρκους εισβολείς και μεταφέρθηκαν σε φυλακές της Τουρκίας, όπου υπέστησαν τα πάνδεινα. Οι νέοι αυτοί είναι ο Πανίκκος Γεωργίου (Κορατζίτης), ο Χαράλαμπος Μερακλής και ο Μίλτος Χαραλάμπους. Σε ημερολόγιο του Πανίκκου Γεωργίου που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Τα Νέα» και αργότερα στην έκδοση της εφημερίδας «Φιλελεύθερος» «1974-Μάρτυρες και Μαρτυρίες» διαβάζουμε τα ακόλουθα για τις συνθήκες διαβίωσης των αιχμαλώτων:

15.8.74: Συνελήφθην εις Κοντεμένον η ώρα 6.15 μ.μ.

16.8.74: Μετεφέρθην εις Λευκωσία στο Σεράγιο, η ώρα 5 το απόγευμα.

19.8.74: Ήρθε ο Ερυθρός Σταυρός.

21.8.74: Μετεφέρθην εις τα Άδανα της Τουρκίας, από 3 π.μ. μέχρι η ώρα 10 π.μ.

              και ήμουν δεμένος μάτια και χέρια.

11.9.74: Μετεφέρθην εις Αντίγιαμα. Το ταξίδι διήρκεσε από τις 4 το απόγευμα μέχρι

              τις 3 το πρωί. Πάλι δεμένος μάτια και χέρια.

22.9.74. Ημέρα Κυριακή. Μας ξυλοκόπησαν αγρίως με τις ζωστήρες.

30.9.74. Οι συνθήκες ζωής είναι ελεεινές και δεν περιγράφονται. Σήμερα ειδικά ψωμί

              δεν είχε. Το πρωί ζωμό φακής. Το μεσημέρι μια κουταλιά μακαρόνια και

              λίγη φακή. Το βράδυ πουργούρι πιλάφι δυο κουταλιές της σούπας και 1/10 

              μιας κανονικής πατάτας. 

Ευτυχώς οι τρεις αιχμάλωτοι χωριανοί μας βρίσκονται ανάμεσα σ’ αυτούς που κατάφεραν να επιστρέψουν σώοι στον τόπο τους. Ίσως να συνέβαλε το γεγονός ότι είχαν εντοπιστεί από τον Ερυθρό Σταυρό.

Όταν τα τουρκικά στρατεύματα μπήκαν στο χωριό, βρήκαν περίπου 50 κατοίκους, κυρίως ηλικιωμένους, που αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν τα πατρογονικά εδάφη. Οι Τούρκοι στρατιώτες τους ανάγκαζαν να μένουν περιορισμένοι στα σπίτια τους και η ζωή τους κατάντησε σωστό μαρτύριο. Συχνά οι Τούρκοι από τα γύρω χωριά έκαναν επιδρομές στα σπίτια τους και τους ανάγκαζαν να τους παραδώσουν ό,τι χρήματα και τιμαλφή είχαν στην κατοχή τους.

Text Box: Το επιβλητικό κτήριο του Χαράλαμπου ΟικονομίδηΣτα πλαίσια της προσπάθειάς των Τούρκων για εξάλειψη όλων των ελληνικών τοπωνυμίων μετονόμασαν τη Μύρτου σε Camlibel που σημαίνει πευκότοπος. Στην κεντρική πλατεία του χωριού, μετέτρεψαν ένα επιβλητικό κτήριο με δωρικού ρυθμού κίονες, ιδιοκτησία του Χαράλαμπου Οικονομίδη, σε τέμενος (τζαμί) και δίπλα του έκτισαν ένα θεόρατο μιναρέ. Σε μια περιοχή κοντά στα καφενεία, με την ονομασία «Μητρόπολη», τοποθέτησαν προτομή του Κεμάλ Ατατούρκ. Περιττό να αναφέρουμε πως όλες οι ελληνικές επιγραφές αφαιρέθηκαν και αντικαταστάθηκαν με τουρκικές.     

Το μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα παραμένει από τότε βουβό, αλειτούργητο και απροσπέλαστο. Πριν τρία περίπου χρόνια ο Τουρκικός στρατός απεχώρησε και έτσι οι κάτοικοι βρήκαν την ευκαιρία να το επισκεφθούν και να μείνουν κατάπληκτοι μπροστά στο μέγεθος της καταστροφής και της βεβήλωσης που αντίκρισαν. Το εικονοστάσι, ο άμβωνας, η Αγία Τράπεζα, ο δεσποτικός θρόνος, το προσκυνητάρι όλα έχουν εξαφανιστεί. Το περιτοίχισμα της εκκλησίας ισοπεδώθηκε και ο γυναικωνίτης βρίσκεται σε άθλια κατάσταση. Το διώροφο κτηριακό συγκρότημα με τις συνεχόμενες τοξοστοιχίες που στέγαζε τα κελιά των μοναχών και το συνοδικό είναι ετοιμόρροπο. Γίνονται προσπάθειες μέσω του Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών (UDP) όπως επιδιορθωθεί σε πρώτο στάδιο η εκκλησία και ίσως αργότερα το ιστορικής σημασίας κτηριακό συγκρότημα στα νότια του ναού.

Γιώργος Κουρούγιαννης

Μάιος, 2013

%d bloggers like this: